Κυπαρίσσι, Λακωνία, Μυρτώο πέλαγος, Πελοπόννησος, Λεωνίδιο, Μονεμβασιά, Πάρνωνας

Γκουσγκούνι στο Κυπαρίσσι

Το άγνωστο στους περισσότερους ταξιδιώτες κομμάτι του Πάρνωνα ανάμεσα στη Μονεμβασιά και το Λεωνίδιο, κρύβει μερικά όμορφα και παράξενα χωριά, χτισμένα ανάμεσα σε ξεχασμένα οροπέδια και στην απέραντη δαντέλα των ανατολικών ακτών της Πελοποννήσου. Το Κυπαρίσσι είναι ένα από αυτά. Παλιά και καινούρια μου αγάπη και παντοτινή.

Πρωτοείδα το Κυπαρίσσι το 1977 από το κατάστρωμα του θρυλικού «Κανάρη», ακολουθώντας έναν υπερδωδεκάωρο πλου ως τα Κύθηρα. Τότε κατέβαιναν οι επιβάτες σε βάρκες για να φτάσουν στο χωριό. Σήμερα έχει δύο ωραίους μόλους. Όμως δεν έχει πλοίο, μόνο μερικά λευκά ιστιοπλοϊκά ακουμπούν ανάλαφρα πάνω στο κρυστάλλινο, γαλανό νερό. Το όμορφο παραθαλάσσιο χωριό ήταν πάντα δύσκολο στην επικοινωνία. Ο δρόμος έφτασε στο χωριό το 1974 με μεγάλες δυσκολίες. Για να σπάσουνε τα βράχια έβαζαν φουρνέλα. Μια φορά έβαλαν 1750 κιλά δυναμίτη σε μια έκρηξη. Έσπασαν όλα τα τζάμια στο Χάρακα! Μόλις το 1992 ολοκληρώθηκε η άσφαλτος. Το Κυπαρίσσι απλώνεται σε τρεις συνοικίες: την  Παραλία, τη Μητρόπολη, τη Βρύση. Εδώ βρίσκονταν κάποτε τα αρχαία Κύφαντα, με το ιερό του Ασκληπιού και την πηγή τη Αταλάντης. Ό,τι τα θυμίζει βρίσκεται πιο πάνω από τη Βρύση, κάτω από σκουριασμένους από την υγρασία βράχους και δίπλα σε έναν χαριτωμένο παλιό νερόμυλο που θυμίζει το σπιτάκι του Χένσελ και της Γκρέτελ.

Μένω στη νότια άκρη του γαλήνιου κόλπου. Την πιο ήσυχη. Τα βράδια τρώω στη μοναδική ταβέρνα, μαζί με τους ιστιοπλόους. Τριγυρισμένος από μουριές και αστέρια.

Με σερβίρει πάντα ο Σαράντος. Ένας ευτραφής Δικαιόπολις εκ Λεωνιδίου, ο ορισμός της φαιδρότητας και της χαράς, μια φιγούρα ανυπερθέτως Αριστοφανική. Κάθε πιάτο είναι αρτυμένο με ένα αστείο, ένα ωραίο καλαμπούρι, ένα χωριάτικο πείραγμα. Σκέτη απόλαυση ο μπαγάσας… Σαν να μας βλέπει ο Θανάσης Βέγγος από τις σκιές και να γελάει…

Εκείνο το απόγευμα είχα βουτήξει για το δείπνο μου. Χτύπησα ένα μεγάλο αφρόψαρο, κοντά δυόμισι κιλά. Νόμισα πως ήταν καραγκίδα. Χρυσοπράσινο, επιβλητικό, εντυπωσιακό. Πριν ξεψυχήσει κάτω από το μαχαίρι μου ακουγόταν ένας ήχος στην κοιλιά του, σαν το τρίξιμο του ξύλου.  Το καθάρισα και το έδωσα στην ταβέρνα για μετά.

Κυπαρίσσι, Λακωνία, Μυρτώο πέλαγος, Πελοπόννησος, Λεωνίδιο, Μονεμβασιά, Πάρνωνας
Γκουσγκούνι στο Κυπαρίσσι

Το βραδάκι καθίσαμε στη άκρη, κάτω από τα λαμπιόνια. Μύριζε πεύκο και θρούμπι από τις πλαγιές.

  • Το είδα το ψάρι.. ωραίο …το ψήνουν μέσα… είπε ο Σαράντος
  • Τι ψάρι είναι? Το ρώτησα χαμογελώντας, Πως το λέτε εσείς εδώ?
  • Αυτό είναι γκουσγκούνι , είπε σοβαρός….

Γελάσαμε πολύ. Άκου γκουσγκουνι… Δηλαδή δεν είναι καραγκίδα? του είπα.

  • Τι καραγκίδα και κατσαρίδα μου λες? Γκουσγκούνι είναι.
  • Μοιάζει με το μαγιάτικο λίγο…
  • Άλλο το μαγιάτικο…Αυτό είναι γκουσγκούνι…είπε και πήγε να φέρει παγωμένο κρασί.

Αφού μας σέρβιρε και έφερε και ένα σαγανάκι για μεζέ, έκατσε λίγο, γελώντας ήδη… Τρωγόταν να πει την ιστορία του.

«Κάποτε δούλευα ψαράς εδώ.. στο θυννί… Είχαμε στριμώξει με τα δίχτυα ένα κοπάδι με μικρά μαγιάτικα και γκουσγκούνια…. Τα βάλαμε σε ένα σάκο και πήγαμε να τα πουλήσουμε ζωντανά… Δώσαμε κάτι μαγιάτικα … Ήρθε ένας βοσκός από πάνω… Ρωτάει τι έχουμε του λέω μαγιάτικα. Βλέπει τα γκουσγκούνια που χτυπιόντουσαν και κάνανε θόρυβο με την κοιλιά τους, ένα κρααα, κρααα.

Αυτός παραξενεύτηκε…

  • Τι κάνουν έτσι ρε κουμπάρε? Με ρώτησε
  • Α, θα είναι θυμωμένα επειδή τα πιάσαμε ..του είπα..»

Και ο Σαράντος ξέσπασε σε ένα βαθύ γέλιο.

  • Το πίστεψε? Τον ρώτησα.
  • Ε, βέβαια… πήρε τα θυμωμένα γκουσκουνια και έφυγε για τα Κάψαλα.

Σηκώθηκε γελώντας και πήγε προς την κουζίνα και τις πυρωμένες σχάρες.

Σε λίγο το ψάρι μας κατέφθασε λαχταριστό, ζουμερό αρτυμένο με ένα αρωματικό λαδολέμονο. Ήταν εξαιρετικό!

Κεράσαμε και το Σαράντο ένα καλό κομμάτι φυσικά…

  • Δεν κάνει πια κραα κραα το ψάρι, του κόλλησα
  • Ε, θα ξεθύμωσε τόση ώρα στα κάρβουνα …είπε ξεκοκαλίζοντας το κεφάλι.

Το ταξίδι μας είχε ξεκινήσει. Γελαστό και γευστικό…

Social Media