Λένε πως είμαστε ότι τρώμε. Πιθανώς. Αν αληθεύει πάντως αυτός ο αφορισμός του Λούντβιχ Φόιερμπαχ η σημασία του φαγητού στο ταξίδι είναι πολύ πιο σημαντική απ’ ότι νομίζουμε.
Κατα την ταπεινή μου γνώμη το φαγητό ενός τόπου, οι γεύσεις της παράδοσης, τα εδέσματα που φτιάχνονται με βάση τα αυθεντικά τοπικά του προϊόντα είναι αναπόσπαστο κομμάτι του πολιτισμού του. Είναι ουσιώδες στοιχείο της ταυτότητάς του. Μέσα στην τοπική γαστρονομία συσσωματώνονται οι παραδόσεις, η θρησκεία, η ιστορία, οι ιδέες και τα οράματα για τη ζωή και την ευδαιμονία. Οπότε αυτός ,ο έρμος ο ταξιδιώτης, δεν μπορεί παρά να θέλει αυτό το ιδιαίτερα απολαυστικό πολιτισμικό στοιχείο να το γνωρίσει, να το γευθεί, να το δοκιμάσει. Η γαστρονομία είναι εξάλλου ένα πολύτιμο πολιτιστικό δημιούργημα που συναρτάται με τα ήθη, τις συνήθειες, τις μνήμες ,την ιστορία, τα όνειρά των ανθρώπων κάθε περιοχής. Αν ήταν μνημείο θα ήταν σίγουρα ΟΥΝΕΣΚΟ.
Η αληθινή επαφή του ταξιδιώτη με την τοπική γαστρονομία είναι το ίδιο σημαντική με τη διαμονή του σε κάποιο εξαιρετικό ξενοδοχείο ή με την επίσκεψη του σε ένα σημαντικό μουσείο και ένα παγκόσμιας σημασίας αρχαιολογικό χώρο. Παράξενο ε; Κι όμως η επίδραση της γεύσης στη μνήμη είναι κεφαλαιώδης. Συμπληρώνει τρομακτικά την εμπειρία του ταξιδιού, ντύνει με αρώματα και μυρωδιές τις αναμνήσεις του επισκέπτη. Βλέπει τις φωτογραφίες από την Κνωσό και τη Δήλο και θυμάται χοχλιούς , ντάκους ,ξεροτήγανα και αιγαιοπελαγίτικες κακαβιές. Μιλάει στους φίλους του για τις αμμουδιές του Ιονίου και στο μυαλό του έρχεται ένα πικάντικο νούμπουλο, μια πιπεράτη ρομπόλα. Ψωνίζει στο σούπερ μάρκετ της πόλης του και θυμάται ένα ελαιόλαδο με μεθυστικό άρωμα που έλουζε την μεσημεριανή ντοματοσαλάτα του στη Μάνη. Έτσι κι αλλιώς το φαγητό και οι γεύσεις είναι πρωτίστως μνήμη. Και το πιο πολύτιμο σουβενίρ των ταξιδιών στην Ελλάδα είναι φυσικά οι αναμνήσεις. Ιδού γιατί το τρωγειν του ταξιδιώτη μας είναι ζήτημα κεφαλαιώδους σημασίας . Τόσο όσο δεν φανταζόμαστε καν…
Το να ταξιδεύεις στην Ελλάδα και να τρως αληθινό, υγιεινό και έντιμα τιμολογημένο φαγητό κάποτε ήταν αυτονόητο. Το κάποτε ανάγεται στα χρόνια της αθωότητας του περιηγητισμού, τότε που οι επισκέπτες της Ελλάδας ανακάλυπταν εδώ μια φέτα παραδείσου, ηλιόλουστη, μοσχομυριστή, αρμυρή, ανόθευτη, νόστιμη και αληθινή. Και ύστερα… Ξέρετε… Ο τουρισμός έγινε σιγά σιγά βιομηχανία και το φαγητό του καημένου του ταξιδιώτη μεταμορφώθηκε σε μια απολύτως παρεξηγημένη έννοια. Και τα μενού του ελληνικού τουρισμού πλημμύρισαν, σνίτσελ, νουά και γαλλικά φιλέτα, τα πιάτα πνίγηκαν μέσα σε ωκεανούς βουτύρου και κρέμας γάλακτος, οι ανυπεράσπιστες σαλάτες κουκουλώθηκαν με λευκές νιτσεράδες από πηχτά ντρέσινγκ, το επιδόρπιο δεν ερχόταν από τους δροσερούς καλοκαιρινούς οπωρώνες αλλά από την πατισερί. Η τραγωδία κορυφωνόταν στα λίγα εστιατόρια που πάλευαν να σερβίρουν ελληνική κουζίνα. Η οποία ηλιθιωδώς ταυτίστηκε με τον μουσακά στις πλέον αθλιότατες εκδοχές του, στις χωριάτικες με άνοστες ντομάτες στεφανωμένες με κάτι τούβλα φέτας φερμένα από μάντρα οικοδομικών υλικών και αναμφίβολα κατασκευασμένα από υποπροϊόντα γύψου, με κάτι θλιμμένα γεμιστά, ταλαίπωρα θεόστεγνα σουβλάκια και ψάρια τα οποία είχαν ξεκόψει κάθε σχέση με την θάλασσα μήνες πριν… Τα πρωινά δε ήταν συνώνυμα του «καλημέρα θλίψη»: ψωμιά σαφώς απολεσθείσας φρεσκάδας, γαλλικές παγωμένες μαργαρίνες , μέλι υδαρό και άθλιο νοθευμένο με οτιδήποτε ρέον, μαρμελάδες πολυουρεθάνης και συμπυκνωμένοι χυμοί Αργεντινής, την ώρα που στους κήπους ολόγυρα σάπιζαν αμάζευτα τα φρούτα και τα φρέσκα πορτοκάλια…»
(Το παραπάνω κείμενο είναι απόσπασμα από την ομιλία του γράφοντος (με τίτλο «Το τρώγειν του ταξιδιώτη) στην ημερίδα “ORGANIC TODAY: Η παραγωγή της τροφής και η φιλοξενία, που οργάνωσε ο Σύνδεσμος Παραγωγών Βιολογικών Προϊόντων Νομού Χανίων στα πλαίσια του τριήμερου φεστιβάλ «ΚΕΡΝΑΜΕ ΕΛΛΑΔΑ» )
Στην Κρήτη συμβαίνουν ωραία πράγματα. Στην Κρήτη ανακάλυψα εκείνους τους μικρούς παραγωγούς που παράγουν αληθινά εξαιρετικά προϊόντα – αυτά που λέμε βιολογικά, πιστοποιημένα ή μη… – και δίνουν σε όλους εμάς που ταξιδεύουμε στην Ελλάδα την αληθινή ευτυχία της γεύσης. Είδα όλους αυτούς τους μικρούς άγνωστους και άσημους ήρωες της ελληνικής διατροφής που σπέρνουν, θερίζουν, μαζεύουν, ραντίζουν, βόσκουν ζώα, τυροκομούν, ψαρεύουν, τυποποιούν προϊόντα και συλλέγουν καρπούς. Και όλα τα παραπάνω τα κάνουν με μεράκι, εντιμότητα, συνείδηση, φιλότιμο, σεβασμό, πόθο και όραμα για να έχουμε εμείς και οι ταξιδιώτες μας σωστή, νόστιμη, υγιεινή και γευστική τροφή στο τραπέζι μας.
(Οι «νόστιμες» φωτό είναι από το «νόστιμο» φεστιβάλ στα Χανιά, στο οποίο είχα την τιμή και τη χαρά να παρευρεθώ).
Info
Τα Χανιά είναι η ομορφότερη πόλη της Κρήτης και η Αγιά βρίσκεται στον γειτονικό κάμπο της πόλης τριγυρισμένη από πελώρια περιβόλια με πορτοκαλιές και λεμονιές, ελιές, αμπέλια και κηπευτικά: ένας κήπος παραδεισένιος.
Ένα μεγάλο ευχαριστώ στον Σωτήρη Μπαμπαγιούρη (Υπεύθυνο περιφερειακής ανάπτυξης του ΒΙΟHellas και αναπληρωτή εκπρόσωπο της Ελλάδος στην IFOAM) και στον Γιώργο Δημητριάδη (Γεν. Διευθυντή της ΒΙΟΛΕΑ, και Πρόεδρο του Συνδέσμου Παραγωγών Βιολογικών Προϊόντων Νομού Χανίων) που με τίμησαν με την πρόσκληση τους στην εκδήλωση
Πρέπει να έχετε συνδεθεί για να σχολιάσετε.