Η αρχαία Ελευσίνα είναι ένας από τους αγαπημένους μου τόπους. Τα φοβερά λείψανα των ιερών και τα μάρμαρα που αστράφτουν ψηλά πάνω από την γεμάτη πλοία θάλασσα δημιουργούν εικόνες ανυπέρβλητης ομορφιάς. Το μουσείο είναι μικρό και παλιό αλλά γεμάτο αριστουργήματα. Ανάμεσά τους ξεχώρισα ένα έξοχο ερυθρόμορφο αγγείο, όπου ο αρχαίος ζωγράφος απεικόνισε την τύφλωση του Κύκλωπα Πολύφημου από τον Οδυσσέα και τους συντρόφους του. Δεν μπορώ να φανταστώ κάτι άλλο από την σκηνή της Οδύσσειας. (εδώ σε Μετάφραση Ν. Καζαντζάκη – Ι. Κακριδή)
…Μεμιάς εγώ βαθιά παράχωσα στη θράκα το παλούκι,
ως να πυρώσει μόνο, κι έδινα μιλώντας στους συντρόφους
κουράγιο, μήπως απ᾿ το φόβο του κανείς αναγυρίσει.
Σαν ήρθεν η ώρα πια το ελίτικο παλούκι να κορώσει,
χλωρό κι ας ήταν, και κοκκίνιζε σαν κάρβουνο αναμμένο,
το πήρα απ᾿ τη φωτιά και σίμωσα· κι οι σύντροφοι ένα γύρο
στάθηκαν ποιος θεός μας φύσηξε τρανό κουράγιο τότε;
Το σουβλερό στην άκρη πιάνοντας ελίτικο παλούκι
οι άλλοι στο μάτι του το κάρφωσαν κι εγώ, πεσμένος πάνω,
το στρούφιζα, καθώς ο μάστορας τρυπάει με το τρυπάνι
μαδέρι καραβιού, κι οι αργάτες του, λουρί απ᾿ τις δυο τις άκρες
μια εδώ μια εκεί τραβώντας, άπαυτα γυρίζουν το τρυπάνι·
παρόμοια στρέφαμε στο μάτι του βαθιά το πυρωμένο
μπροστά παλούκι, που όπως λάβριζε, πλημμύριζε στο γαίμα’
κι η πυρά απ᾿ το βολβό που καίγουνταν ματόκλαδα και φρύδια
του καψαλούσε, και χοχλάκιζαν οι ρίζες του ματιού του.
Πως ο χαλκιάς, σκεπάρνι θέλοντας να βάψει για πελέκι,
πυρό σε κρύο νερό το βούτηξε, και τούτο τσιτσιρίζει,
τι αυτό είναι που όλη του τη δύναμη στο σίδερο θα δώσει·
όμοια το μάτι του τσιτσίριζε τρογύρα στο παλούκι.
Κι έσυρε εκείνος άγριο μούγκρισμα, που οι βράχοι αντιλάλησαν…
Πρέπει να έχετε συνδεθεί για να σχολιάσετε.