Αγαπάω ιδιαίτερα τα βουνά της βόρειας Εύβοιας, ιδιαίτερα τα σκοτεινά πευκοδάση γύρω από τον Άγιο Ιωάννη το Ρώσο. Φταίει μάλλον που πέρασα εκεί πολλά από τα παιδικά μου καλοκαίρια με τον παππού Λεωνίδα και τη γιαγιά Λιλή. Αχ, εκείνα τα καλοκαίρια… με βυθίζουν σε μια αβάσταχτη νοσταλγία… Η οποία φυσικά γίνεται ακόμη πιο βαθιά κάθε φορά που ο δρόμος με φέρνει στα δάση του όρους Κανδήλι (ή Καντήλι). Νοσταλγία ε; Ναι. Ξέρω. Φυσικά γερνάω…
Από τότε θυμάμαι τα μικρά σακουλάκια που κρεμιόντουσαν στους κορμούς των μεγάλων πεύκων. Θυμάμαι πως κόλλαγαν τα χέρια μου ρετσίνι, και πευκοβελόνες, γινόμουν χάλια, «Αντωνάκηηηηη, έλα βρε να σε πλύνω… « να φωνάζει η γιαγιά Λιλή. Θυμάμαι από τότε το ρετσίνι των εδώ δασών, τη μυρωδιά του, το χρώμα του, θα μπορούσα να το ξεχωρίσω θαρρώ από όλα τα ρετσίνια της Ελλάδας.
Οδηγώντας στις διαδρομές της Βόρειας Εύβοιας και ιδιαίτερα εδώ στο Κανδήλι έβλεπα συχνά τα κεχριμπαρένια σακουλάκια με το ρετσίνι να κρέμονται στα μεγάλα πεύκα δίπλα στο δρόμο. Σαν να σταλάζει το πεύκο μέσα εκεί το ίδιο του το αίμα… «…και το ρετσίνι του ποτάμι απ τις πληγές…», έγραφε στα «Ψηλά Βουνά» ο Ζαχαρίας Παπαντωνίου, περιγράφοντας αυτή ακριβώς την εικόνα. Και την ίδια αίσθηση…
Η βόρεια Εύβοια είναι η μεγαλύτερη ρετσινοπαραγωγός περιοχή της Ελλάδας. Το κατεξοχήν χωριό «πευκάδων» (όπως αυτοαποκαλούνται οι ρετσινάδες της Εύβοιας) είναι οι Κουρκουλοί. Ανηφόριζα στους Κουρκουλούς ένα μεσημέρι κάποιου παλιού Σεπτέμβρη. Φύσαγε ένα χλιαρό αεράκι και από τα ανοιχτά τζάμια του αυτοκινήτου με πλημμύριζε μια παρηγορητική μυρωδιά πεύκου και ρετσινιού. Μου θύμιζε τόσα εξάλλου. Και η μυρωδιά. Και η περιοχή.
Οι Κουρκουλοί είναι το χωριό με τη μεγαλύτερη παραγωγή ρετσινιού πανελλαδικά: 500 τόνοι το χρόνο βγαίνουν εδώ! Στους Κουρκουλούς συνάντησα τον κυρ Γιώργο Αλεξίου, «πευκά» από τους πιο παλιούς. Με φώναξε στο σπίτι του, άνοιξε το μπουκάλι με το τσίπουρο, έβγαλε μεζέ, τυρί, ελιές, ό,τι βρέθηκε. Ανοιχτόκαρδος, γελαστός, με κέρδισε αμέσως.
«Είκοσι οικογένειες ασχολούνται αποκλειστικά με το ρετσίνι στο χωριό…», μου είπε. «Ξεκινάμε τον Μάρτιο να πελεκάμε τα δέντρα. Τα αφήνουμε και ξαναπηγαίνουμε συνέχεια. Πελεκάμε και συνεχίζουμε. Αυτό κρατάει ως τον Οκτώβριο που αρχίζει η συγκομιδή. Μετά έχουμε αρκετή δουλειά για να βγάλουμε το ρετσίνι, φτάνουμε Γενάρη να παραδόσουμε το προϊόν.»
«Πιες.., πιες βρε δημοσιογράφε…» μου φώναζε. Και φωνάζει και στην κυρά του να μας φέρει κι άλλους μεζέδες. Κι εγώ έπινα. Και το χλιαρό αεράκι στο μπαλκόνι σάλευε τις κορφές του πευκώνα που απλωνόταν μπροστά μας, ατελείωτος, σκεπάζοντας τους λόφους στα ανατολικά. Σε κάποιο διπλανό σπίτι έπαιζαν κάτι λαϊκά στο ράδιο. Κυριακή στο χωριό.. Ψήνανε κιόλας… Ένα ντουμάνι από τις μπριζόλες στα κάρβουνα έρχονταν κατά κύματα στο μπαλκόνι μας.
Σε μεγάλα κέφια πια κατεβήκαμε απόγευμα να μου δείξει τα εργαλεία του και τη δουλειά του. Βασικά εργαλεία των «πευκάδων» είναι το σκεπάρνι, η σκάλα και η φούσκα με τα θεϊκό οξύ. Να τα. Μάλιστα.
«Βγάζουμε τη φλούδα με το σκεπάρνι και ρίχνουμε θειικό οξύ, να σπάσουν οι ίνες του πεύκου. Για να επουλώσει την πληγή το δέντρο θα αρχίσει να δακρύζει το ρετσίνι. Το θειικό οξύ είναι τεχνική που ήρθε από την Πορτογαλία».
Τα δέντρα που κάθε οικογένεια τρυγάει είναι καθορισμένα από το δασαρχείο. «Κάθε οικογένεια έχει 7-8 χιλιάδες δέντρα. Πρέπει να βγάλεις τουλάχιστον 20 τόνους για να ζήσεις. Για το φαΐ…» λέει ο κυρ Γιώργος.
Η τιμή του ρετσινιού είναι πολύ χαμηλή και μόνο μια βιομηχανία υπάρχει στην Ελλάδα (βρίσκεται στην Ελευσίνα). Από το ρετσίνι παράγεται το τερεβινθέλαιο, το νέφτι, το κατράμι και πολλά άλλα βιομηχανικά προϊόντα ενώ ρετσίνι χρησιμοποιείται στην φαρμακευτική, στην κοσμετολογία και σε πολλές άλλες χρήσεις.
Βέβαια υπάρχει και επιδότηση στους «πευκάδες» από την Ευρωπαϊκή Ένωση. «Αν δεν ήταν η επιδότηση θα ήμασταν πεθαμένοι…» λέει ο κυρ Γιώργος. Οι ρετσινάδες επιδοτούνται γιατί λειτουργούν και σαν άτυποι δασοφύλακες: είναι συνέχεια στο δάσος, καθαρίζουν τον τόπο που δουλεύουν και είναι σε εγρήγορση για τυχόν πυρκαγιά. Η δουλειά τους είναι δύσκολη αλλά ζουν όλο το χρόνο μέσα στα μυρωδάτα δάση. Και αυτό είναι οπωσδήποτε πολύ ωραίο. Είναι όπως και να το κάνεις μια μικρή ανταμοιβή.
Τον άφησα κοντά στα πεύκα του. Στα ίδια δάση που έπαιζα μικρός. Το τσίπουρο τα κάνει όλα όμορφα και απλά και σκέφτομαι ότι πρέπει να βρω μια παγωμένη βρύση να βάλω το κεφάλι μου από κάτω γιατί έχω δρόμο μπροστά μου. «Το δάσος σε κάνει άνθρωπο…» μου φωνάζει γελώντας ο «πευκάς» από τους Κουρκουλούς.
Το νοιώθω καλέ μου κύριε Γιώργο. Το νοιώθω αλήθεια…
Που βρίσκομαι;
Οι Κουρκουλοί βρίσκονται ανάμεσα στα χωριά Λίμνη Ευβοίας και Στροφυλιά. Ολόγυρα υπάρχουν θαυμάσιες χωμάτινες διαδρομές για να γνωρίσετε τα εντυπωσιακά πευκοδάση της περιοχής.
Πρέπει να έχετε συνδεθεί για να σχολιάσετε.