Για τα Κράβαρα και την ορεινή Αιτωλοακαρνανία είχα μόνο διαβάσει… στον Καρκαβίτσα, στον Πάτρικ Λη Φέρμορ, στον Πουκεβίλ. Στα βουνά τους περαστικός ήμουν για λίγο… Όμως δεν έφτανε, έπρεπε να δω τον τόπο που έβγαλε κάποτε τους πιο φημισμένους διακονιάρηδες των Βαλκανίων… Και ήρθα με τη μοτοσικλέτα κάνοντας ένα, τρόπον τινά φιλολογικό ταξίδι. Σε ένα τόπο παροιμοιώδους φτώχειας και απερίγραπτης ομορφιάς…

“…Κράβαρα υπό τη σκιά του Καρκαβίτσα, πέτρινες χοάνες που καταπίνουν το βλέμμα, στροφές πιο πολλές από τα έλατα, γκρεμοί επί γκρεμών, κορφές στοιβαγμένες στον ορίζοντα, και πάλι χαράδρες και χείμαρροι, βουβοί, χάθηκαν πια και τα κανελιά μοσχάρια του Μόρνου, τίποτε, νέκρα… Χωριά της σιωπής, πολλοί πέρασαν από δω αλλά κανείς δεν μένει, το Κράβαρα ακούγονται άσκημα, “δεν είναι Κράβαρα εδώ”, είναι Άνω Χώρα μου είπε μια κυρία χαμογελαστή, πιο σικ ακούγεται από την Μεγάλη Λομποτινά, όπως λεγόταν η κάποτε διάσημη κραβαρίτικη κωμόπολη. Αναβαθμίδες και πεζούλια που κάποτε καλλιεργούσαν την ελάχιστη γη βλέπεις ακόμη, αλλά χέρσα όλα σχεδόν. Η φάμπρικα της βαλκανικής επαιτείας κάποτε. Ρωτάω παντού για τους Μπολιάρους και τα μπολιαριικα, γελάνε δεν υπάρχουν λένε, α ρε καημένε Καρκαβίτσα φωτιές που τους άναψες με το “Ζητιάνο” σου, που να ήταν άραγε εκείνο το δωμάτιο με τα μπαστούνια του ζήτουλα ?…”
Σηκώνω το κεφάλι από το σημειωματάριό μου, τελειώνοντας το παραπάνω κείμενο… Φυσάει ένα δροσερό αεράκι στον Πλάτανο, που κάνει τις φυλλωσιές να βουίζουν στην πλατεία…

Τα 45 χωριά που ονομάζονται Κράβαρα και απλώνονται σ’ αυτή την άγνωστη γωνιά του νομού Αιτωλοακαρνανίας, είναι ταυτισμένα με την ανέχεια και την εξαθλίωση. Τα πολύ παλιά χρόνια η φτώχεια των κατοίκων τους ήταν παροιμιώδης και δεν έγιναν λίγες φορές αντικείμενο σάτιρας και χλευασμού. Έτσι και εκείνοι ανέπτυξαν μια ιδιότυπη άμυνα, ένα δικό τους κώδικα, τα μπολιάρικα, που θύμιζαν συντεχνιακή γλώσσα, μια κοροϊδευτική διάλεκτο που χρησιμοποιούσε λέξεις με τουρκική ή σλαβική ρίζα. «Πρόσεχε μη σε μπολιαρέψουν», έλεγαν στους επισκέπτες των χωριών οι φίλοι τους, δηλαδή «Πρόσεχε μην σε πιάσουν κορόιδο».
Τα μπολιάρικα επίσης ήταν και η διάλεκτος των ζητιάνων, για να συνεννοούνται μεταξύ τους στα ξένα. Ο Γάλλος Πουκεβίλ περιέγραψε αιχμηρά τον χαρακτήρα του Κραβαρίτη και την επαιτεία. Φυσικά για τη ζητιανιά φταίει το επίπεδό της φτώχειας και η κατάσταση των ανθρώπων εκείνης της εποχής που ζούσαν στα απροσπέλαστα βουνά, αμόρφωτοι και απομονωμένοι Έτσι πολλές οικογένειες ανήγαγαν την ζητιανιά ή την εξαπάτηση σε επάγγελμα. Σε αυτά ήλθε να προστεθεί και ο τρόπος που σχολίαζε τα Κράβαρα στις περιηγήσεις του ο λογοτέχνης Ανδρέας Καρκαβίτσας. Λίγο μετά με το περίφημο έργο του «Ζητιάνος» προκάλεσε μεγάλες αντιδράσεις στην περιοχή, ακόμη και πρόσκληση για μονομαχία του έκαναν –η οποία, ευτυχώς για εκείνον-δεν έγινε τελικά! Όμως έγραψε ένα υπέροχο βιβλίο και μερικά εκπληκτικά ταξιδιωτικά για την περιοχή. Διανθισμένα με μια λεπτή ειρωνεία που ξαφνιάζει…

Από την άλλη πλευρά, οι Κραβαρίτες ήταν άνθρωποι με εκπληκτική αντίληψη που ήταν σε θέση να πουλήσουν ακριβά τα περίφημα βοτάνια τους και να κάνουν χίλια δυο πράγματα για να τα βγάλουν πέρα. Δεν είναι τυχαίο πως όσοι απ’ αυτούς έφυγαν για το εξωτερικό, διέπρεψαν ως έμποροι και απέκτησαν φήμη ως χρυσοχόοι!

Όμως εγώ έψαχνα ίχνη τους σε αυτό το ταξίδι και δεν μπορούσα να τα βρω… Μόνο ο τόπος τους έστεκε ίδιος, άγριος, αφιλόξενος, επιβλητικός, άγονος, δύστροπος… υπέροχος….
Ξαναγυρνάω στις σημειώσεις μου….

“… Μια νέα γεωγραφία, σαν τροχιοδεικτικά οι δρόμοι κόβουν τις χαράδρες, ο Εύηνος στριμωγμένος πλημμυρίζει χαριτωμένα τις ρεματιές, χωριά πάντα σιωπηλά, σπίτια που γλιστράνε στους γκρεμούς και χάνονται για πάντα, “ανήλθωμεν στην Αράχωβα μετά φόβου ” γράφει ο Καρκαβίτσας, πριονωτές κορυφές κρύβουν τον ορίζοντα, ο δρόμος γεμάτος χαλίκια σέρνεται στην άκρη μιας ανατριχιαστικής αβύσσου, δεν κοιτάζω, μυρίζει έλατο και σβησμένο τζάκι, Κλεπά, Χόμορη, Πέρκος, Δορβιτσά, “Ελεηστε χριστιανοί το σακάτη…”, λαογραφικά μουσεία, αναρωτιέμαι μήπως έχουν τα φοβερά διακονιάρικα μαγκούρια του Ζαρκαδόγιαννου ή του Αρκουδιά, με την απορία θα μείνω, και μια κούπα καφέ στην Ποκίστα…”
Που βρίσκομαι?
Στα Κράβαρα, στην ορεινή Αιτολωακαρνανία και μέρος της ορεινής Ναυπακτίας. Ο μοναδικός τρόπος να έρθετε εδώ είναι οδικώς μέσω Ναυπάκτου ακολουθώντας το δρόμο είτε προς Άνω Χώρα, είτε προς Πλάτανο και φράγμα Εύηνου.
Πρέπει να έχετε συνδεθεί για να σχολιάσετε.