Επέστρεψα πάλι στις Μυκήνες…
Άφησα νωρίς το πρωί το περιλάλητο και ερωτοχτυπημένο Ναύπλιο και διασχίζοντας τα χωράφια με τις πορτοκαλιές του Άργους ανέβηκα στην ομηρική αετοφωλιά.
Στάθηκα έξω από την αρχαία πόλη και χάζεψα για λίγο τη θέα.
Ο ήλιος σιγά σιγά ζέσταινε με την πρωινή του ματιά τον καστανόγκριζο αργολικό κάμπο. Ένα δροσερό αεράκι σφύριζε στις ελιές: η ζέστη του Ιούλη δεν είχε ακόμη ανέβει.
Δεν μπήκα στην ακρόπολη αυτή τη φορά. Είχα έρθει να δω το μικρό χαριτωμένο μουσείο των Μυκηνών. Κρυμμένο μέσα στους θάμνους και τριγυρισμένο από αρχαίες ταφές.
Περιπλανήθηκα για λίγο στις προθήκες με τα εντυπωσιακά κεραμικά, τα κτερίσματα, τα χρυσά και του πολύτιμους λίθους. Στάθηκα απέναντι τους και σκέφτηκα που βρέθηκαν όλα τούτα.
Εδώ.
Δύσκολα μπορεί να φανταστεί κάποιος μέσα σε αυτό το τοπίο με το φρυγμένο χώμα και τις ωχρές πέτρες, την εκθαμβωτική λάμψη της σπουδαιότερης κάποτε πόλης της Μεσογείου. Η ακρόπολη των Μυκηνών ξεπροβάλει μέσα από την λίθινη μοναξιά του κάμπου σαν φωλιά θηρίου. Εδώ έζησαν οι φοβεροί Μυκηναΐοι βασιλιάδες, οι ανίκητοι αιματοβαμμένοι πολεμιστές και τρομεροί θαλασσοπόροι. Εδώ ήταν το λίκνο του μυκηναϊκού πολιτισμού, το στολισμένο από μια αρχιτεκτονική που κόβει ακόμη την ανάσα: η πύλη των λεόντων με τους τιτάνιους μονόλιθους, το μεγαλειώδες ανάκτορο που κάποτε άστραφτε από το χρυσάφι και την πολυτέλεια, ο θολωτός τάφος (γνωστός και ως θησαυρός του Ατρέα) με τις ιλιγγιώδεις διαστάσεις και το υπέρθυρο των 120 τόνων.
Εδώ ήταν οι πολύχρυσες Μυκήνες –το «ευκτίμενον πτολίεθρον” του Ομήρου – σε αυτά τα ανάκτορά έζησε ο Ατρέας, εδώ σέρβιρε στον αδελφό του Θυέστη τα παιδιά του μαγειρεμένα, από εδώ ξεκινάει ο Τρωικός Πόλεμος, σε αυτές τις βασιλικές αίθουσες η Κλυταιμνήστρα με τον Αίγισθο έσφαξαν τον Αγαμέμνονα για να πέσουν στη συνέχεια και αυτοί νεκροί από το εκδικητικό χέρι του Ορέστη.
Εδώ με τις ανασκαφές του Σλίμαν το 1874 ήρθε στο φως ο αληθινός μύθος της μυκηναϊκής Ελλάδας, θαμπώνοντας την ανθρωπότητα με τα ολόχρυσα προσωπεία, όπλα κοσμήματα, και σκεύη (το βάρος σε χρυσό ήταν πάνω από 15 κιλά!), που συνόδευαν του νεκρούς Ατρείδες βασιλιάδες στη νεκρική τους κλίνη.
Σκέφτηκα πως ζούσαν οι αιματοβαμμένοι βασιλιάδες των Μυκηνών μέσα σε ένα ατελείωτο όργιο σπατάλης και χλιδής, πως γλένταγαν τις νίκες στους κρατώντας τις κούπες που βλέπω στις προθήκες, βγάζοντας λάδι από τα ίδιο αυτά πιθάρια, φορώντας τα χρυσά κοσμήματα με τους πολύτιμους λίθους, πως πολέμαγαν με τα ζωγραφισμένα σπαθιά και τα κράνη με δόντια αγριογούρουνου, πως πέθαιναν φορώντας τις ολόχρυσες νεκρικές μάσκες με το αινιγματικό μειδίαμα…
Σκέφτηκα τέλος πως οι Μυκήνες είναι οπωσδήποτε ο σημαντικότερος αρχαιολογικός χώρος της Πελοποννήσου, εκεί που η πραγματικότητα της ιστορίας συναντά τη φαντασία της μυθολογίας σε ένα αξεδιάλυτο και γοητευτικό σύνολο και ίσως ο καλύτερος τόπος στην Ελλάδα για να ξαναδιαβάσει κάποιος την Ιλιάδα.
Και καθώς δεν είχα την Ιλιάδα μαζί μου, βγήκα από τι μικρό μουσείο στο φως και κατηφόρισα στον Αργολικό κάμπο, που τρεμούλιαζε ήδη από το χάδι του καλοκαιρινού ήλιου.
Οι φωτογραφίες είναι όλες από το χαριτωμένο μουσείο των Μυκηνών.
Που βρίσκομαι;
Μα στις Μυκήνες, ένα από τους διασημότερους αρχαίους τόπους της Ελλάδας. Ο συντομότερος δρόμος για να έρθετε ως εδώ είναι μέσω της εθνικής οδού Κορίνθου – Τριπόλεως.
Πρέπει να έχετε συνδεθεί για να σχολιάσετε.