Την έχω δει σε χιλιάδες καρτ ποστάλ της Πάρου. Κι όμως πάντα είναι κούκλα. Για τη Νάουσα λέω της Πάρου και το υπερφωτογενές της ψαραδολίμανο. Σηκωθήκαμε πρωί πρωί για να δούμε ρόδινη την πλαστική ομορφιά του Αη Νικόλα στην άκρη του μόλου.
Η μέρα έλαμπε. Χτυπητά χρώματα από τα δεμένα καΐκια βάφουν εντυπωσιακά το ακίνητο νερό. Κόσμος φασαρεύει στους μόλους: περιμένουν τα καΐκια να έρθουν από το ψάρεμα. «Να αυτά είναι όλα…» λέει απογοητευμένος ο ψαράς Δημήτρης Σκιαδάς, δείχνοντας μας τρεις παλαμίδες και ένα χταπόδι, πενιχρότατη ψαριά για ένα τόσο μεγάλο και γεμάτο δίχτυα καΐκι. «Οι ανεμότρατες και τα ζούμπερα (δηλαδή τα δελφίνια και οι φώκιες) είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα στις Κυκλάδες. 5-6 επαγγελματίες παράκτιοι έχουμε μείνει στη Νάουσα.» παραπονιέται.
Το χωριό έχει και κάμποσα γριγρι αλλά εκεί δουλεύουν Αιγύπτιοι. Η ατμόσφαιρα του παλιού ψαραδολίμανου βαστάει καλά ακόμη κι αν οι πιο πολλές αποθήκες των ψαράδων έγιναν σικ ψαροταβέρνες και μπαράκια.
Με το Στράτο οδηγήσαμε όλη τη νότια Πάρο και απογευματάκι φτάσαμε στο λιμανάκι της Αλυκής. Καίκια είχαν φτάσει στο μόλο και ξεφόρτωναν την πραμάτεια τους. Αργόσχολοι μπαρμπάδες με τσιγάρο στο στόμα παρατηρούσαν τα υγρά τελάρα με τα λαχτριστά ψάρια σιγοψιθυρίζοντας.
Ένας νεός Αιγύπτιος αραχτός στο μόλο στροφογύριζε ένα σκοινί με χταπόδια προσπαθώντας να τα μαλακώσει μέσα στα γεμάτα αφρούς νερά του παραγουλιάσματος. Οι ψαράδες φορώντας πράσινες πλαστικές ποδιές, ψηλές γαλότσες και καρώ πουκάμισα ξεφόρτωναν, φώναζαν, μάλωναν με τους μανάβηδες και τους γάτους που ζύγωναν το ορεκτικό φορτίο που τα πληρώματα αράδιαζαν στο μόλο. Όλα τα έλουζε ένα ωραίο γλυκό απογευματιονό φως. Πορτοκαλί και πολύ αισιόδοξο.
Φωτογραφίζαμε αράδα. Εγώ πλησίασα ιδιαίτερα ένα μεγάλο τελάρο με χριστόψαρα. Ωραία λαμπερά και νόστιμα ψάρια.
Ξέρεις τι είναι αυτά; Με ρώτησε ένας παππούς, βλέποντας με να φωτογραφίζω.
«Χριστόψαρα» απάντησα. Γέλασε. «Σαμπιέροι» δηλαδή.
«Ναι.. ναι … απάντησα» καταλαβαίνοντας τι λέει.
“Ξέρεις την ιστορία τους”; ρώτησε και πριν απαντήσω άρχισε να την διηγείται.
«Λένε για τη βούλα στο πλευρό τους πως έγινε από το δάχτυλο του Χριστού. Πως δηλαδή ακούμπησε το ψάρι που έπιασε το δίχτυ του και από το τότε το ψάρι σημαδεύτηκε για πάντα. Σαμπιέρο το λένε όμως από τον Άγιο Πέτρο. Λένε πως όταν ο Άγιος Πέτρος (Σαν Πιέρ δηλαδή) έπιασε ένα χριστόψαρο το είδε έτσι άσκημο και αδύνατο και το έπιασε να το ρίξει στη θάλασσα. Και τότε τα δάχτυλά του έμειναν πάνω στο ψάρι. Αυτά εδώ είναι τα σημάδια…»
Είπε την ιστροία απνευστί. Την ήξερα ωστόσο. Ήξερα και κάτι άλλο. Θυμόμουν το επιστημονικό όνομα του ψαριού. Γιατί είναι παράξενο όνομα.
«Ξέρετε πως το λενε οι επιστήμονες το ψάρι;» τον ρώτησα.
Σιωπή.
«Ζευς ο σιδηρουργός» είπα με καμάρι.
Σιωπή.
Ο παπούς με κοίταξε με συμπόνια, κούνησε το ασπρομάλλικο κεφάλι του και έφυγε χωρίς να πει λέξη.
Ή μαλλον μου φώναξε κάτι από μακριά. Η φωνή του έδειχνε ένα ελαφρό εκνευρισμό. «Τι σιδηρουργός και χαλκωμάτης ρε παιδί μου; Ψάρι είναι… ντε. Χρίστοψαρο είναι σου είπα…Σούπα καλή κάνει…Κατάλαβες;».
Κατάλαβα. Αγόρασα ένα μεγάλο χριστόψαρο και φώναξα τον Στράτο να πάμε στην κοντινή ταβέρνα να μας το ψήσει.
Για δείπνο εκείνο το βράδι φάγαμε ένα «σιδηρουργό» κακαβιά. Νοστιμότατο, με λευκό κρέας και ελαφρύ. Έξοχο.
Δίκιο είχε ο παππούς. Που τον νευρίασα ο μπαγάσας…
Που βρίσκομαι;
Στην Πάρο, σε ένα από τα γνωστότερα ελληνικά νησιά. Ο συντομότερος τρόπος να έρθετε ως εδώ είναι αεροπορικώς από το αεροδρόμιο της Αθήνας. Ο πιο δημοφιλής βέβαια είναι ακτοπλοϊκώς από τα λιμάνια του Πειραιά και της Ραφήνας με σύγχρονα πλοία και με πολλά δρομολόγια κάθε μέρα. Στην Αλυκή και στη Νάουσα θα φτάσετε οδικώς ακολουθώντας τον κεντρικό δρόμο που διασχίζει κυκλικά το νησί.
Πρέπει να έχετε συνδεθεί για να σχολιάσετε.