Το Αρχαιολογικό μουσείο Σπάρτης το ήξερα. Λάτρευα και λατρεύω τους κήπους του. Και πως αυτό το ωραίο κτήριο του 1876 ξεπροβάλλει μέσα από το πράσινο. Πρόσφατα ξαναβρέθηκα εκεί, μια γλυκιά, ολόζεστη ημέρα της Άνοιξης. Και ιδού τι θυμάμαι από εκεί…

Το Αρχαιολογικό μουσείο στη Σπάρτη έκλεινε στις 15:00 και ήμουν εκεί μια ώρα πριν. «Ωραία» σκέφτηκα, «φτάνει ο χρόνος… δεν είναι και ιδιαίτερα μεγάλο εξάλλου». Στον περίβολο του κήπου του μουσείου μυρμήγκιαζαν οι έφηβοι Σπαρτιάτες και Σπαρτιάτισσες: μόλις είχε σχολάσει το Γυμνάσιο μάλλον…. Περπατώντας ανάμεσα στα ανθισμένα παρτέρια, εκεί, σε ένα παγκάκι στη σκιά, δίπλα στο συντριβάνι ήταν ένα ζευγαράκι. Τους κοίταξα λοξά…και ζήλεψα, την τρυφερότητα που αλλάζανε φιλιά και χαμογελαστά μισόλογα… Α, η νιότη…Περίφημο πράγμα…

Το καημένο το μουσείο έχει θησαυρούς πολλούς αλλά και πολύ στριμωγμένους. Οι τοίχοι είναι βαμμένοι βυσσινί και τα λευκά μάρμαρα λάμπουν μπροστά τους. Όμως οι προθήκες…παλιές και λυπημένες… Κι όμως εκεί κόλλησα, σε αυτές, στις θαμπές και ραγισμένες βιτρίνες τους. Στις μάσκες που βρέθηκαν στο Ιερό της Ορθίας Αρτέμιδος.

Είναι πήλινες και θυμίζουν λίγο τις θεατρικές μάσκες. Όμως… όχι ακριβώς. Αυτές εδώ έχουν κάτι το αδιανόητα γκροτέσκο, λες και ο δημιουργός τους τις έφτιαξε έτσι ζαβές και παραμορφωμένες και όχι οι χιλιετίες που πέρασαν πάνω τους. Μάσκες με δαιμονικά χαμόγελα, με μαύρα άδεια μάτια, μύτες που κρέμονται σαν να λιώνουν, μάσκες θηριόμορφες και μάσκες με δύσμορφα, ξεδοντιασμένα στόματα, με ωκεανούς ρυτίδων στο κούτελο και στα ζυγωματικά, μάσκες ζωγραφισμένες με τα σχέδια ενός μυστηριώδους παγανισμού και μάσκες άβαφες, λιτές και θολές, σαν τον ωμό, άψητο πηλό. .. Σαν να άκουγα κάτι , σαν κάποιος ήχος να βγαίνει από τα ανοιχτά τους στόματα…

Μπα… τίποτε δεν έβγαινε. Τα παιδιά ούρλιαζαν στα πεζοδρόμια, η μεγαλοπρεπής λιακάδα τους είχε παραζαλίσει…
Ο οδηγός μου λέει πως οι μάσκες αυτές είναι απομιμήσεις από ξύλινες. Που τις χρησιμοποιούσαν? Σε κάποια λατρεία μάλλον, γι αυτό ήταν στο ιερό. Και ως αφιερώματα φυσικά. Λένε πως κάποιες ίσως τις φορούσαν κιόλας… Δεν θέλω να σκεφτώ την αποτρόπαια εικόνα… Τι να έκαναν φορώντας αυτές τι μάσκες άραγε? Κάτι σχετικό με την λατρεία της Αρτέμιδος? Με το κυνήγι ίσως?
Δεν θα μάθω έτσι κι αλλιώς… Χάζεψα τα αγαπημένα μου ψηφιδωτά και βγήκα να ρουφήξω λίγη λιακάδα ακόμη…

Ο κήπος έλαμπε και μοσχομύριζαν οι ανθισμένες νεραντζιές, ένα μεθύσι… Το ζευγαράκι ήταν ακόμη στο παγκάκι… Όχι σε ίδια διάθεση ωστόσο… Κάτι κακό προέκυψε ανάμεσά τους (πήρε το αυτί μου για κάτι που βρήκε το κορίτσι στο κινητό του αγοριού….) και τα τρυφερά ερωτόλογα έγιναν – φευ – βρισίδια και παλιοκουβέντες πρωτοφανούς σκαιότητος. Η κοπέλα τον έλουζε κανονικά…
Φεύγοντας όμως άκουσα (άθελά μου όπως ήδη καταλάβατε…) να τον κατηγορεί για υποκρισία και τρελό ψέμα. «Βγάλε τη μάσκα, ρε γελοίε…» του φώναζε. Τα μάγουλα της ήταν κατακόκκινα, τα μαλλιά της υπέροχα…

Σκέφτηκα αυτομάτως τις αποτρόπαιες μάσκες του μουσείου. Ποιες άραγε είναι οι πιο άσκημες? Η ομοιότης είναι προφανής: όλες οι μάσκες συμμετείχαν σε κάποιο τελετουργικό. Και του αγοριού επίσης… Σκέφτηκα ότι ίσως τους έκανε καλό να πάνε να τις δούνε μέσα, να ηρεμήσουν κάπως τα πνεύματα… Ο πολιτισμός νομίζω ότι κατευνάζει τα πάθη. Βέβαια ίσως το Ιερό της Αρτέμιδος Ορθίας να είχε κάτι… κάπως παρεξηγίσιμον… δεν πρόλαβα να σκεφτώ περισσότερα ωστόσο.
«Θα πάω με όλους σου τους φίλους ρε…» ούρλιαζε φεύγοντας το κορίτσι… «με όλους…». Ο «μασκοφόρος» νεαρός άναψε τσιγάρο… Νομίζω ότι ίσως χαμογέλασε κιόλας ελαφρά….
Δεν τους πρότεινα καν να δούνε το μουσείο, όπως καταλαβαίνετε.
Ήταν λάθος σκέψη…
Πρέπει να έχετε συνδεθεί για να σχολιάσετε.